H Προπόνηση στις Κινέζικες Πολεμικές Τέχνες ή η Απατηλή Γοητεία των Ταολού
Όσοι ασχολούνται με τις παραδοσιακές μαχητικές τέχνες λίγο πολύ συμφωνούν πως τα βασικά οφέλη της ενασχόλησής μας με αυτές μπορούν να μπουν κάτω από δυο μεγάλα κεφάλαια: την απόκτηση μαχητικής ικανότητας και τη βελτίωση της υγείας. Οι πιο “παραδοσιακοί” μεταξύ των δασκάλων βλέπουμε το Γουσού και σαν «δρόμο» για να διευρύνουμε το πνεύμα μας και να ανοίξουμε την καρδιά μας.
Η σειρά ιεράρχησης των τριών αυτών στόχων δεν είναι αυτονόητη και εξαρτάται τόσο από τον δάσκαλο όσο και από τον εκάστοτε μαθητή. Επίσης καθορίζεται από τις ιστορικές συνθήκες, αλλά και από την φάση ζωής που βρίσκεται καθένας από εμάς, όταν καλείται να απαντήσει στο ερώτημα: “γιατί κάνω πολεμικές τέχνες”. Φυσικά οι τρεις παραπάνω στόχοι δεν είναι ανεξάρτητοι, αλλά η ανάπτυξη του ενός επηρεάζει και επηρεάζεται από τον άλλο. Παρόλα αυτά, όταν μιλάμε για μαχητική ή πολεμική τέχνη, η κατάκτηση της μαχητικής ικανότητας, δηλ. η δυνατότητα του ασκούμενου να αμυνθεί, εάν και εφόσον χρειαστεί, θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητος στόχος. Όπως λέει και ο δάσκαλος μου Κουό Σιάν Χε: «Αν χάσουμε την καρδιά της τέχνης που είναι η μάχη, τότε θα χάσουμε και την τέχνη».
Ωστόσο, παρότι οι περισσότεροι θα συμφωνούσαμε σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο πως ένας από τους πρωταρχικούς στόχους των Κ.Π. τεχνών είναι η κατάκτηση της μαχητικής ικανότητας, στο παρόν άρθρο θα ήθελα να διατυπώσω κάποιες σκέψεις σχετικά με το εάν ο συνήθης τρόπος εξάσκησης στο γουσού εξακολουθεί σήμερα να προσφέρει τη δυνατότητα υλοποίησης του στόχου της μαχητικής ικανότητας. Ελπίζω οι σκέψεις αυτές να μας δώσουν την ευκαιρία να θυμηθούμε τη λογική των παραδοσιακών μας συστημάτων και να ξαναδούμε εκ νέου όχι μόνο τις τυχόν αδυναμίες τους, αλλά κυρίως τα εγγενή μαχητικά πλεονεκτήματά τους.
Προκειμένου να εξετάσουμε το παραπάνω ερώτημα θα πρέπει να εμβαθύνουμε στην προπονητική διαδικασία που ακολουθείται σήμερα στις περισσότερες παραδοσιακές κινέζικες μαχητικές τέχνες. Πιο αναλυτικά, το συνηθέστερο και πιο διαδεδομένο μοτίβο προπόνησης στις Κ.Π. τέχνες, τόσο στη σύγχρονη Κίνα όσο και στη σύγχρονη Δύση είναι τα ταολού, δηλ. οι γνωστές σε όλους μας φόρμες.
Τα ταολού ή φόρμες, όπως συνηθίζεται να τις αποκαλούμε, είναι συνδυασμένες τεχνικές άμυνας και επίθεσης, τοποθετημένες σε αρμονική σειρά, οι οποίες επιτρέπουν στον ασκούμενο να εξασκηθεί στην τεχνική του συστήματός του με την μορφή της σκιαμαχίας*. Με δεδομένη την ύπαρξη δεκάδων, ίσως και εκατοντάδων διαφορετικών κινέζικων μαχητικών στυλ, είναι λογικό πως μία από τις χρησιμότητες των ταολού είναι μέχρι και σήμερα η διαιώνιση του συστήματος. Ο δάσκαλος διδάσκει στον μαθητή τις φόρμες του συστήματός του, μεταβιβάζοντας του τα μυστικά της τέχνης του και εξασφαλίζοντας, αλλά και ελέγχοντας ταυτόχρονα την συνέχιση του συστήματος από τη μια γενιά στην άλλη. Επίσης μέσα στα ταολού, ειδικά στα πιο προχωρημένα από αυτά, υπάρχουν κωδικοποιημένες ή και κρυμμένες, οι τεχνικές του συστήματος, τις οποίες ο μαθητής με την βοήθεια του δασκάλου του έχει την δυνατότητα να κατανοήσει.
Από καθαρά προπονητική άποψη, τα παραδοσιακά ταολού ως ένας καλά δομημένος συνδυασμός αμυντικών και επιθετικών ενεργειών, αποτελούν έναν εξαιρετικό τρόπο για να εξασκήσει ο μαθητής την μαχητική του ικανότητα, βελτιώνοντας ταυτόχρονα τα αντανακλαστικά, τη δύναμη, την εκρηκτικότητα, την ευκαμψία και την ταχύτητα του. Ό,τι δηλαδή θα του χρειαστεί και στις συνθήκες μια ρεαλιστικής σύγκρουσης. Επίσης, ένα επιπλέον όφελος της προπόνησης μέσω των ταολού -και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά όσοι έχουν εμπειρία σε αυτά- είναι ότι γυμνάζει συνολικά το μυοτενόντιο σύστημα χωρίς να επιβαρύνει υπέρμετρα μια μόνο μυϊκή ομάδα. Για το λόγο αυτό μπορεί να χρησιμεύσει ως μία εναλλακτική μέθοδος προπόνησης αλλά και ως μέθοδος ενεργητικής αποκατάστασης στα πλαίσια όλων των μαχητικών αθλημάτων των οποίων το πρόγραμμα περιλαμβάνει συστηματική εξάσκηση στο σπάρινγκ. Τέλος, δεν πρέπει να υποτιμάται και η ψυχική εφορία που δημιουργεί στον αθλητή η εκτέλεση μιας φόρμας, αλλά και το αισθητικό μέρος που απολαμβάνουν τόσο οι ίδιοι οι αθλητές όσο και οι θεατές που παρακολουθούν τους αγώνες και τις επιδείξεις.
Τα πλεονεκτήματα των ταολού είναι ποικίλα και σημαντικά, ωστόσο η γοητεία που ασκούν οδηγεί συχνά σε μια μονοδιάστατη χρήση, η οποία είναι σαφές ότι δεν μπορεί να οδηγήσει στα επιθυμητά μαχητικά αποτελέσματα, παρά μόνο εάν οι τεχνικές που δομούν την εκάστοτε φόρμα (και εκτελούνται στον αέρα χωρίς πραγματικό αντίπαλο) αποσπαστούν από αυτήν και εξασκηθούν σαν ελεύθερες τεχνικές μάχης. Και εδώ ακριβώς ερχόμαστε στο δυστυχώς παραμελημένο στις μέρες μας σανσόου, στο σπουδαιότερο προπονητικό μέσο της παράδοσης του Γουσού, το οποίο καθορίζει επί της ουσίας την ανάπτυξη ή μη της μαχητικής ικανότητας.
Σανσόου, με απλά λόγια, είναι οι τεχνικές μάχης, οι συνδυασμοί δηλαδή αμυντικών και επιθετικών στοιχείων. Απλές τεχνικές όπως ένα μπλοκ συνδυασμένο με δύο ή τρία χτυπήματα, ή πιο σύνθετες όπως ένα κλείδωμα συνδυασμένο με μία ανατροπή. Κάθε στυλ έχει τις δικές του τεχνικές μάχης που το κάνουν να ξεχωρίζει από τα άλλα, όμως η γνώση της εξωτερικής μορφής μιας τεχνικής από μόνη της έχει μικρή αξία. Αντίθετα, η γνώση της ουσίας της τεχνικής, δηλαδή η κατανόηση και κατάκτηση του είδους δύναμης, του ρυθμού εκτέλεσης και του τρόπου εφαρμογής δύναται να μετατρέψει τις απλές κινήσεις σε κάτι ικανό να σε βγάλει από τη δύσκολη θέση. Και αυτό βεβαίως με την προϋπόθεση της συστηματικής και επίπονης εξάσκησης σε αυτές. Η προπόνηση στο σανσόου ακολουθεί συνήθως τρία στάδια: α) εκτέλεση της τεχνικής στον αέρα και από τις δύο πλευρές, στοιχείο πολύ σημαντικό για την πραγματική μάχη β) εφαρμογή της τεχνικής με αντίπαλο με έναν ελεγχόμενο τρόπο για την αποφυγή τραυματισμών, αφού αρκετές τεχνικές μπορεί να είναι επικίνδυνες και γ) προσπάθεια να εφαρμοστεί η κάθε τεχνική στην ελεύθερη μάχη (σπάρινγκ). Επιπλέον, δεν πρέπει να παραλείπεται η εξάσκηση στους στόχους, στο σάκο ή σε άλλα βοηθητικά μέσα προκειμένου να βελτιώσει ο ασκούμενος το αναγκαίο είδος δύναμης καθώς και την ειδική αντοχή που χρειάζεται στη μάχη. Πολλά στυλ, διάσημα για την αποτελεσματικότητα τους στη μάχη, διαθέτουν τεχνικές σαν σόου ξέχωρα από τις τεχνικές που περιέχουν μέσα στα ταολού. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα στυλ του Αετού με τις «50 τεχνικές της συνεχόμενης γροθιάς» και του Τονγκ Μπέι Τσουάν με τις «138 τεχνικές μάχης». Το Σίνγκ Γι επίσης εξασκεί τα «πέντε στοιχεία», που είναι στην πραγματικότητα πέντε βασικές τεχνικές του συστήματος, ενώ το ίδιο κάνει και το σύστημα Πα Τζι μέσα από τις οκτώ τεχνικές Τζιν Γκαν Πα Σου. Αρκετά συστήματα, ωστόσο, δεν περιλαμβάνουν σήμερα στην ύλη τους ελεύθερες τεχνικές και γιαυτό πρέπει να τις ξαναδανειστούν μέσα από τα ταολού και να τις εξασκήσουν με τον τρόπο που περιγράψαμε -πράγμα που δεν αποτελεί πρόβλημα, αρκεί βεβαίως ο δάσκαλος να γνωρίζει πραγματικά και σε βάθος το στυλ του.
Το να μονοπωλούν τα ταολού την προπόνηση αφήνοντας από έξω κάτι τόσο αυτονόητο όπως είναι η προπόνηση στο σανσόου και στο σπάρινγκ είναι λάθος είτε το εξετάσουμε από την πλευρά της παράδοσης είτε από την πλευρά της σύγχρονης προπονητικής. Η προπόνηση στα παραδοσιακά κινέζικα στυλ δεν μπορεί, κατά την γνώμη μου, να θεωρηθεί πλήρης αν δεν περιλαμβάνει ασκήσεις για την καλλιέργεια της μαχητικής δεινότητας ή, όπως ονομάζονται στα κινέζικα στυλ, ασκήσεις “Τσουάν Κουνγκ”. Η μέθοδος αυτή περιλαμβάνει έναν συνδυασμό εσωτερικών ασκήσεων (νέι κούνγκ) και εξωτερικών ασκήσεων (γουάι κούνγκ) με τις οποίες μπορεί να ενδυναμώσει κανείς το σώμα ή να αποκτήσει ιδιαίτερες δεξιότητες χρήσιμες στη μάχη. Οι πιο συνηθισμένες ασκήσεις είναι αυτές των κατηγοριών του Γινγκ Κούνγκ (σκληραίνω το σώμα) και Τζαν Τζουάνγκ (στέκομαι ακίνητος σαν στύλος). Η μέθοδος “Τσουάν Κουνγκ” μπορεί να δυναμώσει απίστευτα την αντοχή του σώματος στο να δέχεται ή να εκτελεί χτυπήματα αλλά φέρνει ταυτόχρονα και εξαιρετικά αποτελέσματα στην εκρηκτικότητα του ασκούμενου. Οι ασκήσεις σκλήρυνσης του σώματος αποτελούν μέρος της μακράς παράδοσης του Γουσού και η εξάσκηση δεν εξαντλείται μονάχα στο να χτυπάς τα χέρια ή τα πόδια, αλλά περιλαμβάνει έναν πολύ βαθύτερο σχεδιασμό που συνδυάζει τις ασκήσεις Τσι Κούνγκ με τις εξωτερικές ασκήσεις ενδυνάμωσης. Όπως λέγεται τις κινέζικες πολεμικές τέχνες: «Νέι Λιέν Γι ΚόουΤσι, Γουάι Λιέν Τζιν Γκου Πι», δηλαδή «μέσα εξασκούμε το qi, έξω εξασκούμε τους μυς, τα οστά και το δέρμα». Επίσης δεν πρέπει να παραλείπεται και ο σχεδιασμός ενός κλασικού προγράμματος ανάπτυξης της αντοχής και της δύναμης. Το τρέξιμο και οι ασκήσεις με αντίσταση είναι αναντικατάστατα και δεν πρέπει να υποτιμούνται.
Για να επανέλθω λοιπόν στο αρχικό μου ερώτημα, η ανάδειξη ενός καλού μαχητή Γουσού -ειδικά σήμερα που ο χρόνος ενασχόλησης για τους περισσότερους αθλητές / μαθητές έχει μειωθεί πολύ-, καθορίζεται άμεσα τόσο από την ουσιαστική γνώση των τεχνικών, όσο και από την σωστή προπονητική χρήση του μεθοδολογικού οπλοστασίου που προανέφερα. Η ποικιλία των τεχνικών αλλά και η προπονητική διαδικασία των Κ.Π τεχνών είναι τέτοια που αν συνδυαστεί με τις γνώσεις της σύγχρονης προπονητικής μεθοδολογίας μπορεί να παράξει σπουδαία αποτελέσματα προς την κατεύθυνση της απόκτησης μαχητικής τεχνικής. Το περιεχόμενο και η μεθοδολογία του Γουσού είναι τόσο πλούσια που δεν υπάρχει ανάγκη να δανείζεται κανείς μεθόδους άλλων μαχητικών τεχνών ή σύγχρονων μαχητικών αθλημάτων, εφόσον γνωρίζει σε βάθος το πως και το γιατί της δικιάς του τέχνης και φροντίζει να εμβαθύνει και να εμπλουτίζει τις γνώσεις του. Πρέπει βεβαίως κανείς να έχει στο μυαλό του πως εμπλουτισμός των γνώσεων δεν σημαίνει την άκριτη μίμηση προγραμμάτων ή προπονητικών μεθόδων, αλλά πραγματική κατανόηση των θεμελιωδών μαχητικών αρχών. Κι αυτό γιατί η άκριτη μίμηση ενός ξένου προπονητικού πλάνου -χωρίς κανείς να γνωρίζει τι έχει στο μυαλό του ο τάδε ή ο δείνα διάσημος δάσκαλος ή το γιατί και το πώς δημιουργήθηκε μια τεχνική εκατό ή εκατόν πενήντα χρόνια πριν-, μπορεί να είναι εκτός από αναποτελεσματική και επικίνδυνη για τους αθλητές.
Ο προπονητής του Γουσού δεν πρέπει να ξεχνά ότι ο στόχος καθορίζει τα μέσα. Αν με ενδιαφέρει η απόκτηση μαχητικής ικανότητας, τότε η εξάσκηση στα ταολού αποτελεί απλώς ένα μέσο και όχι τον τελικό μου στόχο. Η γνώση ενός ταολού δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να εξασφαλίσει την ικανότητα της μαχητικής ουσίας του, ούτε οι παραφουσκωμένοι υπερτροφικοί μύες την αποτελεσματική χρήση της δύναμης σε ένα χτύπημα. Με απλά λόγια, το «Κουνγκ Φου» ήταν και συνεχίζει να είναι το αποτέλεσμα ενός αρμονικού συνδυασμού του «χρόνου», του «κόπου» και κυρίως του σωστού «τρόπου».
Παναγιώτης Δερβέντης
* Τα ταολού δεν είναι σημερινή εφεύρεση, αφού έχουμε αναφορές πως οι κινέζοι τα χρησιμοποιούσαν ήδη από την αρχαιότητα. Η σημερινή δομή των ταολού αποκρυσταλλώθηκε για τα περισσότερα στυλ κατά της περίοδο της Τσινγκ δυναστείας (1644 μ.Χ – 1911 μ.Χ).